κείμενα - φωτογραφίες, text - images: Babis Pavlopoulos, iconstravel photography γλώσσα, languages : Ελληνικά, English
Η σχέση μας με το Μέτσοβο
άρχισε λόγω μίας παρεξήγησης. Λίγο πριν αρχίσουμε να ταξιδεύουμε φανατικά και
συνεχώς, έπεσε στα χέρια μας ένα μικρό φυλλάδιο-ένθετο σε νεανικό περιοδικό της
εποχής, το οποίο αναφερόταν σε χειμερινούς προορισμούς στην Ελλάδα. Κάπου μέσα
στις λίγες σελίδες του υπήρχε και το Μέτσοβο ως τέτοιο, παραθέτοντας μάλιστα
και φωτογραφίες του ορεινού οικισμού. Στο μεταξύ είτε τη Βομβάη, που λέει ο λόγος,
μας έδειχναν τότε σε φωτογραφία είτε το Μέτσοβο μπορεί να μας έκανε και το ίδιο.
Στο κάτω-κάτω δεν ήταν και… η Μύκονος. Οι φωτογραφίες αυτές τράβηξαν αμέσως το
ενδιαφέρον μας, αφού εικονίζονταν σε αυτές σύνολα παραδοσιακών οικιών, μάλιστα
με τις σκεπές καλυμμένες από πλάκες σχιστόλιθου. Αμέσως αποφανθήκαμε ότι το
Μέτσοβο πρέπει να μπει στη λίστα των επόμενων προορισμών, στα… must
που έλεγε και το εν λόγω περιοδικό. Έτσι και έγινε.
Η πρώτη κρυάδα ήρθε μετά την επίσκεψη ενός καλού φίλου, ο οποίος στην ερώτησή μας περί της ύπαρξης παραδοσιακών κτισμάτων, πάγωσε ελαφρώς, δίνοντας μία όχι και τόσο καθαρή απάντηση. Η δεύτερη κρυάδα ήρθε με την είσοδο στον οικισμό, η τρίτη δε, την επόμενη ημέρα όταν με τη φωτογραφική μηχανή στο χέρι βγήκα να αναζητήσω τα κτήρια από τις φωτογραφίες του φυλλαδίου. Μόνο που τα κτίσματα αυτά τελικά βρίσκονταν στα Τζουμέρκα και ουδεμία σχέση είχαν με το Μέτσοβο, όπως βέβαια και ο συντάκτης των άρθρων του φυλλαδίου με την ευθύνη της ενημέρωσης. Απλώς σε ένα βιβλίο για την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του Μετσόβου αναφέρονταν το Συρράκο και οι Καλαρρύτες μέσω και φωτογραφιών, των οποίων οι λεζάντες έγραφαν ξεκάθαρα τι απεικονίζουν, τις οποίες φωτογραφίες ο συντάκτης πήρε copy-paste όπως θα λέγαμε και τα επόμενα χρόνια και μας τις μόστραρε. Αλλά ήταν αρχές δεκαετίας του 1990, όταν όλα τα σφάζαμε και όλα τα μαχαιρώναμε και λογαριασμό δεν δίναμε, αρκούσε ένα… Κλικ.
Βέβαια, αν και η αλήθεια είναι ότι το Μέτσοβο θα το
επισκεπτόμασταν κάποια στιγμή νομοτελειακά, του εν λόγω συντάκτη του χρωστάμε
ως και χάρη, καθώς μετά από την πρώτη εκείνη επίσκεψη ψάχνουμε συνεχώς την
ευκαιρία να επιστρέψουμε, έστω και περαστικοί.
Η προέλευση του τοπονυμίου Μέτσοβο δεν είναι εξακριβωμένη. Ο αρχιτέκτονας Βασίλης Χαρίσης μας
πληροφορεί ότι έχει υποστηριχθεί ότι μπορεί να είναι σλάβικο (μέτσκα = αρκούδα + οβο = χωριό, αρκουδοχώρι),
προερχόμενο από του Μούτζη ή του Μήτσιου (= Δημήτρη) ή από παραφθορά
της λέξης Μεσοβούνι. Στα
κουτσοβλάχικα το Μέτσοβο καλείται Α-μίτζιο
(=εις το Μίτζιο), ενώ σε παλιά κείμενα το βρίσκουμε ως Μέτζοβο και Μέσσοβο, έτσι
πιθανώς η ρίζα να είναι παραφθορά της λέξης μέσο
και με την προσθήκη του σλαβικού οβο,
έγινε Μέτσοβο. Άλλωστε το τοπωνύμιο Μεσοχώρι
θα δήλωνε και το τοπογραφικό στίγμα της θέσης που καταλαμβάνει ο οικισμός, στο
μέσον μίας περιοχής. Εμείς με τη σειρά μας θα συμπληρώναμε ότι συχνά, σκληροί
ήχοι όπως των δίφθογγων τζ και μπ, απαλύνονταν στην προσπάθεια κάποιων
να δείξουν ανώτερο μορφωτικό επίπεδο.
Μιλώντας για την κεντρική πλατεία, εκεί θα συναντήσουμε ένα
ύψωμα, ικανής έκτασης, το οποία μάλιστα σήμερα δείχνει… τεχνητό. Στις μέρες μας
είναι πάρκο, αλλά όσο και αν ακούγεται απίστευτο, ο λόφος αυτός καταλαμβανόταν
από… κάστρο. Το κάστρο του Μετσόβου, το οποίο γκρεμίστηκε μόλις το 1936,
προφανώς χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Σταθείτε στην πλατεία και αναλογιστείτε το μέρος
με τη σημερινή του διάταξη και εμφάνιση και στο λόφο το κάστρο. Είναι να σου
έρχεται το εγκεφαλικό για τις εικόνες που χάθηκαν.
Αναζητήστε επίσης το αρχοντικό Τοσίτσα, ένα ιδιαίτερα εντυπωσιακό κτίσμα, το οποίο όμως ένας Αμερικάνος θα χαρακτήριζε Ντίσνεϋλαντ, όπως συνηθίζουν να αποκαλούν κάθε τι που μιμείται το αυθεντικό. Υψώνεται στη θέση του παλιού αρχοντικού χτισμένου το 1661, αλλά αποτελεί απλώς κατασκευή των μέσων του 20ου αιώνα, η οποία όπως με πληροφόρησαν περικλείει τμήμα του αυθεντικού κτηρίου. Τέλος πάντων είναι λαογραφικό μουσείο, επιτρέπεται η είσοδος μόνο με ξεναγό από το ίδρυμα, ενώ τα εκθέματα αφορούν την ζωή στο Μέτσοβο τους περασμένους αιώνες. Εδώ θα μάθει κανείς και ότι αφορά τον βαρόνο, Μιχαήλ Τοσίτσα και τις δωρεές του ιδρύματός του στο Μέτσοβο, του οποίου την εικόνα άλλαξαν κατά τη δεκαετία του 1950. Τις δωρεές αυτές χειρίστηκε σε μεγάλο βαθμό ο παλιός πολιτικός Ευάγγελος Αβέρωφ, ο οποίος σύμφωνα πάλι με όσα μας πληροφόρησαν είχε υιοθετηθεί από τον βαρόνο. Τέλος πάντων, παλιές ιστορίες, οι οποίες σίγουρα ωφέλησαν τον τόπο, αλλά πιθανώς μόνο υπό το πρίσμα εκείνης της εποχής, αφήνοντας πληγές στο σήμερα. Ξαναλέμε, πιθανώς!
Στα χαμηλά του οικισμού θα συναντήσουμε και δύο μοναστήρια. Το ένα είναι το μοναστήρι του Αγίου Νικολάου, ένα μικρό περίκλειστο κτηριακό συγκρότημα που δεν είναι γνωστή η χρονολογία ίδρυσής του. Το καθολικό είναι ναός θολοσκεπής, μονόχωρος. Το δεύτερο είναι το μοναστήρι Κοιμήσεως Θεοτόκου (18ος αιώνας) χτισμένο μέσα στη χαράδρα του Μετσοβίτικου ποταμού. Το πλήρως αποκατεστημένο συγκρότημα διασώζει όλα τα χαρακτηριστικά της μετσοβίτικης παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Το καθολικό, μικρός μονόχωρος ναός, χρονολογείται στα 1754.
Μία επίσκεψη αξίζει και ο κοντινός οικισμός της Μηλιάς. Αφού διασχίσουμε το ποτάμι που τρέχει στην είσοδο του χωριού εισερχόμαστε στη χαράδρα που καταλαμβάνει ο οικισμός. Η Μηλιά, ακολουθώντας το Μέτσοβο, διασώζει έναν μικρό αριθμό παραδοσιακών κτισμάτων, τα οποία όμως δίνουν την παλαιότερη εικόνα του οικισμού, θλίβοντάς μας παράλληλα βεβαίως για την εικόνα που θα έπρεπε να διασώζει ο οικισμός. Οι μικρού μεγέθους προβολές είναι και εδώ παρούσες, εξέχουσες από διώροφα οικήματα.
Ένα άλλο στοιχείο που θα συναντήσουμε είναι η επένδυση της τοιχοποιίας ή ξύλινων στοιχείων με λαμαρίνα. Δεν γνωρίζουμε να είναι ένα παραδοσιακό στοιχείο. Ο τσίγκος πάντως που καλύπτει κάποιες στέγες, σίγουρα δεν είναι. Δυστυχώς, το παραπάνω στοιχείο το συναντάμε συχνά στα ορεινά χωριά της Πίνδου. Αποτελεί ένα κατάλοιπο της πολιτικής, λέμε τώρα, του κράτους, το οποίο προκειμένου να βοηθήσει τους κατοίκους αυτών των οικισμών μετά τον πόλεμο και τις καταστροφές των φίλων μας των Γερμανών, έδωσε τεράστιες ποσότητες τσίγκου για την κάλυψη των συχνά καμένων στεγών. Η πρακτική αυτή συνεχίστηκε, είτε από το κράτος είτε από τους κατοίκους, δεν έχει και ιδιαίτερη σημασία, με αποτέλεσμα την περαιτέρω αλλοίωση των οικισμών αυτών ως τις μέρες μας.
Το δυνατό σημείο όμως της περιοχής είναι η φύση. Μία φύση που πραγματικά οργιάζει διασώζοντας μερικά από τα πιο ανέγγιχτα φυσικά τμήματα της χώρας και όχι μόνο.
Ο Δρυμός ιδρύθηκε το 1966 με σκοπό την προστασία της
πλούσιας χλωρίδας και πανίδας, ειδικότερα όμως για την προστασία των αιωνόβιων
ρόμπολων (λευκόδερμη πεύκη) και μαυρόπευκων της περιοχής. Ορισμένα από τα
ρόμπολα ξεπερνούν την ηλικία των 700 ετών. Επίσης υπάρχουν δάση οξιάς, αλλά και
μεικτά δάση. Ακόμα θα συναντήσουμε διάσπαρτα άτομα μακεδονίτικου έλατου,
πλατάνια, ιτιές και σκλήθρα στα παραποτάμια τμήματα, ενώ σημαντικές θεωρούνται
οι δύο συστάδες δασικής πεύκης (κοκκινόπευκα) που αριθμούν 30 με 35 άτομα
έκαστη, αφού αποτελούν το νοτιότερο σημείο εξάπλωσης τους είδους. Παράλληλα
βέβαια αποτελεί και έναν βοτανολογικό παράδεισο, αφού εδώ φύονται πολλά
ενδημικά είδη φυτών και λουλουδιών, τόσο των Βαλκανίων, όσο και της Ελλάδας,
της δυτικής Μακεδονίας, αλλά και της Πίνδου. Ιδιαίτερα πλούσια είναι και η
μυκοχλωρίδα (μανιτάρια).
Στα όρια της προστατευόμενης περιοχής έχουν καταγραφεί 17 είδη θηλαστικών, 72 είδη πουλιών, 6 είδη αμφιβίων και 7 είδη ερπετών. Τα κυριότερα είδη είναι η αρκούδα, ο λύκος, ο αγριόχοιρος, το ζαρκάδι, η αλεπού, το αγριόγιδο, ο αγριόγατος, ο ασβός, το κουνάβι, ο λαγός, ο σκίουρος και η βίδρα. Επίσης, πριν από μερικά χρόνια πιστευόταν πιθανή και η παρουσία του λύγκα. Στον κατάλογο των πουλιών περιλαμβάνονται 8 από τα 10 συνολικά είδη δρυοκολάπτη, ο βασιλαετός, ο χρυσαετός, το όρνιο, ο φιδαετός, το χρυσογέρακο, το σαΐνι, το διπλοσάινο, η ποντικοβαρβακίνα και πολλά άλλα μικρότερα είδη, όπως παπαδίτσες, σπίνοι, φλώροι και η χιονάδα.
Αυτόν το ναό της φύσης λοιπόν τον επισκετπόμαστε με ευλάβεια και εξερχόμαστε χωρίς να έχουμε πάρει τίποτα εκτός από φωτογραφίες και βίντεο, χωρίς να έχουμε αφήσει τίποτα πίσω μας και βέβαια χωρίς να έχουμε ενοχλήσει τίποτα, φυτό ή ζώο.
Εισερχόμενοι από τη θέση Στάνη Τίζα ένα μεγαλοπρεπές γυμνό
τοπίο μας περιμένει, διακοσμημένο με συστάδες οξιάς. Μοναχικά ρόμπολα αρχίζουν
να χαρακτηρίζουν το τοπίο και ακολουθούν πυκνά δάση οξιάς καθώς κατηφορίζουμε
για την κοιλάδα. Σύντομα τα μαυρόπευκα κυριαρχούν, ενώ στη συνέχεια θα
συναντήσουμε και τα κοκκινόπευκα. Κοντά στο αρκουδόρεμα το τοπίο γίνεται πιο
μαλακό, ενώ τα ρόμπολα δεν μας εγκαταλείπουν ώσπου να αρχίσουμε να ανηφορίζουμε
προς την έξοδο από τη λεκάνη. Το τελευταίο τμήμα της διαδρομής κυριαρχούν
μεικτά δάση από μαυρόπευκα και οξιές. Οι υψομετρικές διαφορές είναι μεγάλες,
πράγμα που σημαίνει ότι συναντάμε σχετικά μεγάλες κλίσεις. Το τερέν είναι συχνά
κακό με κοφτερή φυτευτή πέτρα αλλά και πολλή αδέσποτη, ενώ δεν λείπουν και τα
νεροφαγώματα, ειδικά στις φουρκέτες. Με λίγα λόγια δεν επιχειρούμε αν δεν
έχουμε το κατάλληλο όχημα, κατάλληλα εξοπλισμένο και βέβαια ποτέ ένα όχημα μόνο
του. Θα χρειαστεί να διανύσουμε περίπου 30 με 32 χλμ χωματόδρομου.
Εννοείται βέβαια ότι τα παραπάνω αποτελούν μία απλή
περιγραφή της διαδρομής διάσχισης του Δρυμού και τίποτα παραπάνω, ενώ όποιος
επιχειρήσει, το κάνει αποκλειστικά με δική του ευθύνη.
Η καλύτερη εποχή για να επισκεφθεί κανείς το μέρος, κατά τη
γνώμη μας, είναι το φθινόπωρο, πριν αρχίσουν οι χιονοπτώσεις και όσο η βλάστηση
έχει φορέσει τον πολύχρωμο μανδύα της εποχής. Επίσης καλό θα ήταν να μην
επιχειρήσουμε είσοδο αν βρέχει ή αν έχει βρέξει πολύ τις προηγούμενες ημέρες ή
αν περιμένουμε βροχή. Αλλιώς ψάχνουμε τον μπελά μας, τον οποίο είναι πάρα πολύ
εύκολο να βρούμε.
Κοντά στο Μέτσοβο βρίσκεται και η τεχνητή λίμνη των πηγών του ποταμού Αώου. Αξίζει να κάνει κανείς το γύρο της λίμνης με το αυτοκίνητο, καθώς το τοπίο είναι υπέροχο. Φροντίστε να είστε εκεί το απόγευμα μίας ηλιόλουστης ημέρας. Απλώς, πριν κατεβείτε από το αυτοκίνητο για να θαυμάσετε και να φωτογραφίσετε το τοπίο, ρίξτε μία ματιά μήπως υπάρχουν τσοπανόσκυλα ένα γύρω. Καλό θα ήταν να μην βρεθείτε στο πεδίο τους. Επίσης αν επισκεφθείτε την περιοχή άνοιξη, την εποχή που λιώνουν τα χιόνια, ψάξτε στις μικρές συγκεντρώσεις νερού για αλπικούς τρίτωνες, γνωστούς και ως δρακάκια, θα τους διακρίνεται από το κόκκινο και έντονο μπλε χρώμα που έχουν λόγω αναπαραγωγικής περιόδου. Α ναι, ξεχαστήκαμε, για αμφίβια πρόκειται που μοιάζουν με μικρές σαύρες. Αποτελεί προστατευόμενο είδος και θεωρείται απόγονος των δεινοσαύρων.
Από το Μέτσοβο στη Βάλια Κάλντα λοιπόν, όρεξη να έχει κανείς να μαζεύει εικόνες, μυρωδιές και ήχους. Σε μία από τις πιο μαγικές περιοχές της χώρας μας.
Metsovo is located in the mountain range of Pindos, the backbone of mainland Greece in the northwestern part of the country. This mountain range, scientifically known as Hellenic Alps, vertically divides mainland Greece. The settlement of Metsovo is a really special case. It has architectural and urban planning features of a village, but it is a town. It occupies a whole mountain slope, where between the lower and the upper part of the settlement a wide altitude difference can be found. The majority of the streets are so narrow that cars cannot enter. The commercial traffic is limited around the central square and on a short part of the central street, which leads to the square from the entrance of the town.
Metsovo is first written mentioned in 1380, but it can
be considered older than this date. It might be developed at least at the start
of the 14th Century, when the Byzantine Emperor, Andronicos III
granted privileges to the area around, in order the nearby and the only passage
from Thessalian prefecture to Epirus prefecture was controlled and secured. It
could be possible only with the development of a settlement. In any case,
Metsovo had been diffidently developed in 1511, when the central church of Agia
Paraskevi was renovated. The settlement did not lose its privileges in the
following Ottoman period. In the 19th Century the largest population
growth was recorded.
Metsovians has Aromanian origin (called Vlachs, term
originated from the German term, Wallachians) and they are bilingual, speaking
both, Greek and Aromanian (Vlach) languages. This language has a Latin origin,
enriched with elements from the Ancient Greek language, and it has not its own
script.
Even though the settlement does not preserve the
entire set of its older traditional buildings is a really interesting and
beautiful place. At the same time, the town-tissue of Metsovo is preserved in
very good condition, probably developed before the 16th Century,
perhaps in the 14th Century. However, the majority of the more
recent buildings are stone-built, attempting to keep traditional character.
Certainly, this goal is not always achieved. Consequently, many buildings has
copied the traditional style, and if the roofs were covered by slate-tiles, the
authentic material, things would be much better. Nevertheless, wandering on the
sloping alleys, many of which are cobbled streets, someone can discover the
preserved samples of the Metsovian traditional architecture. It is worth saying
that the alleys due to their short width, the zig-zag pattern, and many times
the projections of the buildings’ upper parts, give the impression of a closed
space, a continuity of the internal space of the residences.
The preserved traditional buildings in Metsovo are two
or three-storey structures, built with dark stone and the roof are covered by
slate-tiles, while wooden bounds are incorporated into the masonries. The
openings are few on their lower parts, protected by cages. The doors are heavy,
placed on the ground floor’s level, while the mansions had their own courtyard,
surrounded by fence walls. The projected from the external masonries fireplaces
can be considered as a typical element. Nevertheless, the most important
element is the projected parts (known as sachnisi,
find on this blog the post about Mt Pelion, or kipegi) from the upper levels of the residences, made by wood.
Sometimes these wooden structures are not projected, simply completed the
masonries of the buildings’ upper parts.
The central square is situated in an altitude of 1150
m. Most of the buildings around it belong to the 60s, probably based on a
central planning, so as their appearance stand close to traditional
architecture. The square and the nearby space around the church of Agia
Paraskevi with the huge plane trees create a real harmonic complex-set. Next to
the square an earth structure can be found, reminder of a mound. On this place
a castle was standing until 1936. Today the area is just a park.
The visitor can also search for the mansion of Baron
Tositsas. This is an impressive building, occupying the same position as the
old family-mansion did, including parts and remains of the old mansion, as we
were informed, during our visit. The today building just imitates the
traditional style. Disneyland, as
some of our American friends would say. Today, it houses a folklore museum
about local life in the previous centuries. In any case it is very interesting.
At the foot of the settlement two monasteries are
standing. The monastery of Saint Nicolas is a small enclosed building complex,
certainly built before the 18th Century. The monastery of the
Assumption of Virgin Mary (18th Century) is a full restored complex
set, built next to Metsovitikos river, preserving almost all the features of
the Metsovian traditional architecture. The Catholicon (main church) is dated
in 1754.
Also interesting is the nearby settlement of Milia (= apple tree). The traditional
architecture of the settlement was standing very close to Metsovo. Milia still
preserves some of the old buildings and mansions.
Nevertheless, the trump card of the whole region around is… nature. In this part of Greece an almost virgin natural environment is conserved.
North to Milia, the area of Valia Calda (the Aromanian name) is located, meaning warm valley. Certainly, the entry can be
done only during the summer months, in fact when the snow allows, always keeping
the rules of the National Park, and only by a 4X4 vehicle with the appropriate
tires, because otherwise perhaps someone can enter, but without leaving.
Valia Calda, as the National Forest of Pindos is
better known, with the National Forest of Vikos-Aoos constitute the Northern
Pindos National Park. The warm valley
extends to 68.900 acres, of which 33.600 acres are the core of the Forest and
the rest of them are the surrounding protected zone. Most of the National
Forest ranges from 1.500 m to 2.000 m in altitude. The name warm valley is due to the fact that
daytime temperature is relatively high, although at night the temperature is
particularly low.
This is one of the most isolated areas of Greece with
invaluable natural wealth, which has managed to survive in a sensitive
ecosystem, important for entire Europe. That is the reason that this
National Forest has been included in the European Union Wide Network of Natura
2000 Protected Areas. The National Forest was established in 1966 to protect
the rich and rare flora and fauna in the area, especially the 100-year old
Bosnian pines and Black (Austrian) pines. Some individuals of the Bosnian pines
are over 700 years old. Beech forests and forests with variety of species of
trees (mixed forests) can also be found, as well as Plane trees, Willows, Alders
in the riverside areas and Bulgarian firs. Particularly important can be
considered two clusters of Scots pines, consisted of approximately 30-35 trees
each one. This is the southernmost site that this species can be found. At the
same time, Valia Calda constitute a botanical paradise, as many endemic
wildflowers and plants of Balkan peninsula, Greece, western Makedonia and
Pindos grow in the area. The mushroom flora is also particularly rich.
In the National Forest of Pindos, 17 species of
mamals, 72 of birds, 6 of amphibians, and 7 of reptiles have been recorded. The
main species of mammals are Bears, Wolves, Wild boars, Roe deers, Foxes, Alpine
chamois (species of goat-antelope), European wildcats, Badgers, Ferrets,
Jackrabbits, Squirrels, and Otters. Until a few years ago, it was suspected
that Lynx also lives in the area. Eastern imperial eagles, Golden eagles, Griffon
vultures, Short toed eagles, Lanner falcons, Levant sparrowhawks, Northern
goshawks, Buzzards, 8 from the 10 species of Woodpeckers, as wells as some
smaller species as Chaffinches, Greenfinches, and Horned larks are included in
the list of the birds.
There is no need even to say that in this temple of nature we must enter with
reverence, leaving the place without taking anything but photos and videos,
without throwing anything behind us, and without bothering flora and fauna. The
best time to visit the place is in autumn, when nature is colorful, and before
the snowfalls begin. It is worth noting that the terrain is a very hard dirt
road, that it becomes much harder when it rains, or it was raining for days.
Very close to Metsovo, the manmade spring-lake of Aoos river is located. It is worth to drive there, surrounding the lake in the afternoon, especially a sunny day. Just take care that when you disembark from the car, no shepherd dog is around. Sometimes they can be dangerous for a stranger. If you visit the area in the spring, search for Alpine newts in tiny lakes, known in Greek as small dragons. Spring is their mating period and their colours are amazing. It is a protected species, and considered as a descendant of dinosaurs.
Consequently, Metsovo and Valia Calda, the building environment and the natural environment in one of the most stunning places in Greece.